1960
Εαν έχετε ήδη λογαριασμό, συνδεθείτε χρησιμοποιώντας την διεύθυνση του email σας.
ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ BORDEAUX
Ο Λευτέρης Γκλίναβος, ήξερε από την πρώτη στιγμή πως οι σπουδές του θα μπορούσαν να συνεισφέρουν, τόσο στην αξιοποίηση και στην ανάδειξη του φυσικού πλούτου της περιοχής της Ζίτσας, όσο και ολόκληρης της Ελλάδας. Έτσι, αποφασίζει το 1978 να ιδρύσει το ΚΤΗΜΑ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ στην Αμπελουργική Ζώνη ΠΟΠ της Ζίτσας Ιωαννίνων.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΖΙΤΣΑ Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΣ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ
Ήδη από το 1980, αξιοποιώντας νέες τεχνολογίες για εκείνη την εποχή, δημιουργεί τον παραδοσιακό ροζέ ημιαφρώδη οίνο “Κυρά Φροσύνη” και το λευκό ξηρό κρασί “Μπαλτάζαρ – Ζίτσα”. Πάντα όμως παραμένει πιστός στην παράδοση και στις κύριες ποικιλίες της περιοχής των Ιωαννίνων και της Ζίτσας: τη λευκή ποικιλία «Ντεμπίνα» και τις ερυθρές «Βλάχικο» και “Μπεκάρι”.
ΔΙΑΡΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗ & ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ
Το 1990 το ΚΤΗΜΑ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ ανανεώνεται και διευρύνει τους ορίζοντές του με την είσοδο του Θωμά Γκλίναβου, γιο του ιδρυτή με σπουδές Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. Τότε ξεκινά η πρώτη μεγάλη επένδυση με έμφαση στο μηχανολογικό εκσυγχρονισμό και στη δημιουργία νέων, επισκέψιμων κτιριακών χωρών.
Η τέχνη της οινολογίας, οι γνώσεις και οι εμπειρίες του Λευτέρη Γκλίναβου περνούν στην επόμενη γενιά και δημιουργούν μια νέα βάση για την εξέλιξη και την ανάδειξη των κρασιών από την ακριτική Ζίτσα Ιωαννίνων. Από την εποχή αυτή το ΚΤΗΜΑ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ ξεκινά να καταγράφει τις πρώτες επιτυχίες, κερδίζοντας σημαντικά βραβεία σε Εγχώριους και Διεθνείς διαγωνισμούς.
Το 2004 ιδρύεται ένα σύγχρονο αποσταγματοποιείο για την παραγωγή του ηπειρώτικου τσίπουρου (χωρίς γλυκάνισο) και εισάγονται στην αγορά δύο είδη διπλής απόσταξης: το “Κλασσικό” και το “Παλαιωμένο” (παλαίωση σε δρύινα βαρέλια για δύο χρόνια)..
Το 2009 το ΚΤΗΜΑ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ εγκαινιάζει μία μεγάλη μονάδα παραγωγής αφρωδών και ημιαφρωδών οίνων. Σκοπός αυτής της επένδυσης ήταν και παραμένει η αναβίωση και η συνέχιση της παράδοσης της περιοχής των Ιωαννίνων στα εξαιρετικά αφρώδη κρασιά, που παράγονται από την ποικιλία «Ντεμπίνα» και όχι μόνο.